hornitos χορνίτο

Creator:
Language pair:English to Greek
Definition / notes:Τα χορνίτο (hornitos) είναι μικροί κώνοι λάβας, χωρίς πόρο τροφοδοσίας, που σχηματίζονται στην επιφάνεια βασαλτικής λάβας. Δημιουργούνται, όταν η λάβα εξωθείται από κάποιο άνοιγμα της στερεοποιημένης επιφάνειας της ροής και συσσωρεύεται γύρω από το άνοιγμα. Τα χορνίτο, συνήθως έχουν απότομες πλευρές και σχηματίζουν χαρακτηριστικούς πυραμιδοειδείς σωρούς. Δεν έχουν δικό τους πόρο τροφοδοσίας που να συνδέεται με κάποιο βαθύτερο μαγματικό αγωγό, αλλά τροφοδοτούνται από το υποκείμενο ρεύμα της λάβας.
URL:http://www.geo.auth.gr/765/3_products/32_lava_features.htm
All of ProZ.com
  • All of ProZ.com
  • Term search
  • Jobs
  • Forums
  • Multiple search